O θρυλικός μουσικός παραγωγός και συνθέτης Quincy Jones έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 91 χρόνων. Είχε συνεργαστεί με μεγάλους αστέρες της μουσικής βιομηχανίας όπως ο Michael Jackson, ο Frank Sinatra, ο Ray Charles και πολλοί άλλοι.
Από τις σημαντικότερες του δουλειές ήταν η παραγωγή του άλμπουμ του Michael Jackson “Thriller”.
Επίσης, είχε τον γενικό συντονισμό της ηχογράφησης των αστέρων που τραγούδησαν για φιλανθρωπικούς σκοπούς στον δίσκο “We are the World” το 1985.
Ο Jones πέθανε το βράδυ της Κυριακής στο σπίτι του στο Bel Air της Καλιφόρνια, σύμφωνα με δήλωση που μοιράστηκε με το Variety ο εκπρόσωπός του Arnold Robinson.
«Απόψε, με γεμάτες αλλά ραγισμένες καρδιές, πρέπει να μοιραστούμε την είδηση του θανάτου του πατέρα και αδελφού μας Quincy Jones. Και παρόλο που αυτή είναι μια απίστευτη απώλεια για την οικογένειά μας, γιορτάζουμε τη σπουδαία ζωή που έζησε και ξέρουμε ότι δεν θα υπάρξει ποτέ άλλος σαν κι αυτόν», ανέφερε η οικογένεια Jones στη δήλωση. «Είναι πραγματικά μοναδικός στο είδος του και θα μας λείψει πολύ- παρηγορούμαστε και είμαστε εξαιρετικά υπερήφανοι που γνωρίζουμε ότι η αγάπη και η χαρά, που ήταν η ουσία της ύπαρξής του, μοιράστηκε με τον κόσμο μέσα από όλα όσα δημιούργησε. Μέσω της μουσικής του και της απεριόριστης αγάπης του, η καρδιά του Quincy Jones θα χτυπάει για την αιωνιότητα».
Μεγαλωμένος στον κόσμο της τζαζ, ο Jones έγινε μια από τις πιο τρομερές μορφές της pop μουσικής. Συγκέντρωσε τα έξι από τα 27 βραβεία Grammy για το άλμπουμ του 1990 «Back on the Block» και βραβεύτηκε τρεις φορές ως παραγωγός της χρονιάς.
Σε πολλούς είναι ίσως πιο γνωστός για τις συνεργασίες του στην παραγωγή με τον Michael Jackson, οι οποίες ξεκίνησαν το 1979 με το πρωτοποριακό σόλο άλμπουμ του τραγουδιστή «Off the Wall», το οποίο έχει πουλήσει περίπου 20 εκατομμύρια αντίτυπα διεθνώς.
Η συνέχεια του «Thriller» (1982), που κατέκτησε την κορυφή των charts -για το οποίο ο Jones πήρε το βραβείο του άλμπουμ της χρονιάς, καθώς και το βραβείο του δίσκου της χρονιάς για το κομμάτι «Billie Jean»- παραμένει το πιο δημοφιλές άλμπουμ όλων των εποχών, με πωλήσεις που εκτιμάται ότι ξεπερνούν τα 110 εκατομμύρια παγκοσμίως. Ο Jones συνέχισε να συνεργάζεται με τον Jackson στο Νο. 1 άλμπουμ του 1987 «Bad».
Το 1985, ο Jones έγινε διεθνώς πρωτοσέλιδο ως παραγωγός του «We Are the World» των USA for Africa, του single που ήταν αφιερωμένο στην ανακούφιση των Αφρικανών από τον λιμό- ο Jackson συνυπογράφει το τραγούδι με τον Lionel Richie και ηγείται του all-star cast των τραγουδιστών του.
Ο Jones ήταν ο πρώτος Αφροαμερικανός που έγραψε τη μουσική για μια μεγάλη κινηματογραφική ταινία, το 1964, το «The Pawnbroker», και έλαβε επτά υποψηφιότητες για Όσκαρ καλύτερης πρωτότυπης μουσικής και τραγουδιού. Το 1995 έλαβε το βραβείο Jean Hersholt Humanitarian Award του AMPAS, άλλη μια πρωτιά για μαύρο καλλιτέχνη.
Άφησε το στίγμα του στην τηλεόραση ως εκτελεστικός παραγωγός της κωμικής σειράς του NBC «The Fresh Prince of Bel-Air» της δεκαετίας του ’90, η οποία ανέδειξε τον ράπερ Will «Fresh Prince» Smith ως ηθοποιό. Εκτός από το reboot του 2022 του «Bel-Air», αργότερα ήταν εκτελεστικός παραγωγός των κωμικών σειρών «In the House» και «MadTV», του 10ωρου ντοκιμαντέρ «The History of Rock “N” Roll» του 1995, του ντοκιμαντέρ «Keep on Keepin’ On» του 2014 και της διασκευής του 2023 του «The Color Purple» σε σκηνοθεσία Blitz Bazawule.
Ο Jones έλαβε υποψηφιότητα για βραβείο Tony το 2006 ως παραγωγός της μουσικής διασκευής του «The Color Purple». Στον εκδοτικό κόσμο, ίδρυσε το περιοδικό χιπ-χοπ Vibe, το οποίο δημιούργησε ένα τηλεοπτικό spin-off το 1997. Σε αναγνώριση της τεράστιας προσφοράς σε σειρά σκοπών στους οποίους συνέβαλε, ο Jones ανακηρύχθηκε από το Variety ως ο φιλάνθρωπος της χρονιάς το 2014.
Γεννήθηκε ως Quincy Delight Jones Jr. στο Σικάγο. Από μικρός άρχισε να παίζει τρομπέτα, το κύριο όργανό του. Σε ηλικία 10 ετών, η οικογένειά του μετακόμισε στο Σιάτλ- εκεί, ως αρχάριος μουσικός 14 ετών, γνώρισε τον 17χρονο Ray Charles.
Στα 18 του, ύστερα από σπουδές στο Berklee School of Music στη Βοστώνη, ο Jones περιόδευε με την μπάντα του Lionel Hampton στο τμήμα των τρομπετιστών, που περιλάμβανε τον Art Farmer και τον Clifford Brown. Στις αρχές της δεκαετίας του ’50, τελειοποίησε τις ενορχηστρωτικές του ικανότητες γράφοντας επιτυχίες για τον τρομπετίστα Clark Terry (σημαντικός πρώιμος μέντορας), τον Count Basie, την Dinah Washington και πολλούς άλλους. Έκανε το ντεμπούτο του ως ηγέτης οκτάδας το 1953 υπό τη συνδιοίκηση του ντράμερ Roy Haynes.