Ο Θανάσης Βισκαδουράκης ήταν καλεσμένος στην εκπομπή “Στούντιο 4” το απόγευμα της Παρασκευής. Ο γνωστός ηθοποιός αναφέρθηκε στα παιδικά του χρόνια, τα οποία πέρασε στο ορφανοτροφείο, αλλά και για τους γονείς του που ήταν κωφοί.
“Λέω πάντα στα νέα παιδιά ότι δεν υπάρχει πιο ιερό πράγμα από τον μπαμπά και την μαμά. Όποιος και αν είναι ο μπαμπάς, μπορεί να λείπει πολλές ώρες ή η μαμά να δουλεύει πολλές ώρες. Δεν υπάρχει ωραιότερο και αληθινό λιμάνι ώστε να σου δημιουργεί μια πιο ωραία και ισορροπημένη καθημερινότητα”, τόνισε ο Θανάσης Βισκαδουράκης και πρόσθεσε:
“Η μητέρα μου πέθανε από ζάχαρο το 1973 όταν εγώ περίπου τεσσάρων, πέντε χρονών. Δεν θυμάμαι τίποτα. Μου έκαναν μια ερώτηση η ψυχίατρος και ο ψυχολόγος του Survivor, να θυμηθώ όταν ήμουν τριών – τεσσάρων χρονών. Το ψάχνω με την γυναίκα και τον γιό μου αλλά νομίζω ότι η Κατερίνα του λέει συνέχεια «θυμάσαι εκεί που πήγαμε και αυτό που κάναμε με τον μπαμπά». Αν εμένα δεν μου το είχε πει κάποιος, πως θα ανατρέξω στις θύμισες μου για αυτό το περιστατικό. Νομίζω ότι μηδενίστηκαν όλα γιατί για μένα αλλάζει άρδην η ζωή μου και μεγαλώνω με 20 παιδιά”.
“Είμαι το μικρότερο παιδί της οικογένειάς μου. Ο πατέρας μου επειδή ήμασταν πέντε αδέρφια και δε μπορούσε να μας συντηρήσει, αποφάσισε να με πάει στο ορφανοτροφείο. Φανταστείτε τώρα, δεκαετία του 73, ένας κωφός άνδρας με ένα πολύ πενιχρό μεροκάματο, τι να κάνει; Στεναχωριέμαι μόνο όταν καμιά φορά μου λέει ο γιος μου, “εσύ μπαμπά, δεν έχεις πατρικό σπίτι;”
Του έχω μεταφέρει τις ιστορίες του ορφανοτροφείου σαν παιδικές ιστορίες, σαν παιδικά παραμύθια για να ξέρει ποιο είναι το όνομα που πήρε και γιατί το πήρε. Δε χρειάζεται όλοι οι γονείς να παραδώσουμε στα παιδιά μας σπίτια”, συνέχισε ο ηθοποιός και συμπλήρωσε:
“Εννοείται την κοπάνησα από το ορφανοτροφείο. Οι νομοθεσίες τώρα γίνονται γνωστές, τότε δεν υπήρχαν αυτά. Εμάς η εκκλησία μάς μάζεψε. Δραπέτευσα όταν έμαθα από χαρτί ότι είμαι γέννημα θρέμμα Αθηναίος και έπρεπε να πάω στον στρατό. Εκεί κατέρρευσα και στενοχωρήθηκα γιατί περνούσα όμορφα. Δύσκολα χρόνια, είχα λόγους να δραπετεύσω… Κοίταγα το παράθυρο της ελευθερίας. Εμένα όλα ήταν σε χρόνο μηδέν”.