Ο δημοσιογράφος Νίκος Τζαντζαράς διαγνώστηκε με μια σπάνια και επιθετική μορφή καρκίνου, όπως έκανε γνωστό ο ίδιος μέσα από μία μακροσκελή ανάρτηση στον προσωπικό του λογαριασμό στο Facebook.
«Κοιμήθηκα ένα βράδυ του Σεπτέμβρη απλώς… διαβητικός και ξύπνησα το Νοέμβρη καρδιοπαθής και καρκινοπαθής», ανέφερε μεταξύ άλλων ο δημοσιογράφος στην ανάρτησή του που συγκλονίζει.
Αναλυτικά η ανάρτηση του Νίκου Τζαντζαρά:
«Ο ήχος των λέξεων…
Αυτό το κείμενο ξεκίνησε να γράφεται το βράδυ της Αγίας Αικατερίνης του 2022, ενώ στο Μουντιάλ του Κατάρ, το ματς Αγγλία – ΗΠΑ ήταν κοντά στο 70′ δίχως γκολ και είχα βαρεθεί να το παρακολουθώ, στην ογκολογική κλινική του Νοσοκομείου “Παπαγεωργίου”, που είχα εισαχθεί την ίδια μέρα. Ελάμβανα ενδοφλέβια την πρώτη, από μια σειρά χημειοθεραπειών, μιας και διαγνώστηκα με καρκίνο ένα μήνα περίπου νωρίτερα, πολύ σπάνιο κι επιθετικό, που έδωσε και μεταστάσεις.
Αυτό που άλλαξε εδώ και δυο μήνες στη ζωή μου μπορώ να σας το περιγράψω με την εξής φράση: κοιμήθηκα ένα βράδυ του Σεπτέμβρη απλώς… διαβητικός και ξύπνησα το Νοέμβρη καρδιοπαθής και καρκινοπαθής. Να σημειώσω εδώ, πως αν και είναι νωρίς, είμαι κι ελπίζω να παραμείνω, αισιόδοξος. Ανησυχώ μόνο για τον αντίκτυπο όσων ακολουθούν στη γυναίκα μου, τον Ανδρέα μου, αλλά και τη δουλειά, το δεύτερο παιδί μου, τον Primo. Είμαι ήρεμος, ακολουθώ κι εφαρμόζω όσα λένε οι επιστήμονες, προσπαθώ να μη σπαταλώ τις ώρες κάθε μέρας μου με ανθρώπους που δε με θέλουν και δε τους θέλω και διασκεδάζω όσο και με ό,τι μπορώ, ακόμα και με κυνισμό: πχ να βλέπω στα μάτια των γιατρών μου το… φόβο για τη σπανιότητα αυτού του μαμουνιού που αποφάσισε να προκαλέσει και μένα και κείνους, ενώ το πιο σύνηθες είναι οι γιατροί να “τρομοκρατούν” τους ασθενείς τους με τις διαγνώσεις τους.
Πέρασα κάποιες εβδομάδες αμφιταλαντευόμενος αν πρέπει να το δημοσιοποιήσω έτσι ευρέως και πρέπει να παραδεχτώ πως μάζεψα πολλά επιχειρήματα υπέρ και των δυο απόψεων, όσο διεξαγόταν μέσα μου το debate με τον εαυτό μου. Αποφάσισα να το δημοσιοποιήσω, άρα τα πιο βαριά, από τα επιχειρήματα υπέρ αυτής της απόφασης που έγειραν και την πλάστιγγα, έχει αξία να τα μοιραστώ μαζί σας.
Πρώτα πρώτα, είναι η αλήθεια. Μια αλήθεια που όσο και να αγωνιστώ για το αντίθετο, τους επόμενους μήνες θα μου στερήσει σίγουρα ακόμα περισσότερες ώρες εκπομπών: χημειοθεραπείες, παρενέργειες, επεμβάσεις, ακτινοβολίες κλπ. Τι να λέμε κάθε φορά που θα λείπω; Τίποτα; Μπούρδες; Ψέμματα; Γιατί να βαρύνω με μια στενάχωρη αμηχανία τους συναδέλφους, τους φίλους, τα παιδιά του ραδιοφώνου όταν τους ρωτούν πού είμαι και γιατί λείπω; Όχι. Θα λείψω όσο λείπω γιατί θα αγωνίζομαι κόντρα στον καρκίνο. Τελεία.
Μετά, είναι η αδυναμία και η άρνησή μου να παίζω θέατρο και όταν θα είμαι… παρών. Θέλω να μπορώ όπως όλα αυτά τα χρόνια, να μοιράζομαι και συναισθήματα. Τα αληθινά και όχι μια επίπλαστη πραγματικότητα. Νιώθω θαραλέος σήμερα. Το μοιράζομαι. Αν αύριο “πέσω”, φοβηθώ, στεναχωρηθώ, δε θα το κρύψω επίσης. Όσο κάνω ραδιόφωνο, θα μιλώ έτσι που ξέρω στο μικρόφωνο. Δεν είμαι ηθοποιός, δεν κάνω πρόζα, δεν είμαι μια ραδιοφωνική περσόνα – αισθάνομαι άνθρωπος του ραδιοφώνου. Αν συμβεί να είμαι άκεφος, να έχω νεύρα επειδή είμαι άρρωστος, σόρυ. Έχει συμβεί και εν καιρώ… υγείας πολλάκις.
Ένας ακόμη παράγοντας που έπαιξε ρόλο ήταν ο πρόσφατος χαμός του Αλέξανδρου Νικολαΐδη και η δημοσιοποίηση της μάχης του τη μέρα του θανάτου του, που με συγκλόνισε, όπως όλους. Εγώ δεν έχω ούτε μια σταλιά από την αξία και τη λάμψη του αδικοχαμένου Ολυμπιονίκη μας, αλλά οτιδήποτε και οποιοσδήποτε βοηθά στην ευαισθητοποίηση, την έγκαιρη διάγνωση και την αντιμετώπιση του καρκίνου, θα είναι όφελος για όλους.
Και πάνω από όλα, αν και το αναφέρω τελευταίο: διότι νομίζω πως έχοντας 35 χρόνια δημόσιο βήμα, είναι το μίνιμουμ χρέος μου απέναντι στα εκατομμύρια καρκινοπαθών κάθε είδους και σταδίου. Μεγάλωσα σε μια κοινωνία που φοβόταν ή ντρεπόταν να πει τη λέξη “καρκίνος”. Τη βάφτισαν οι μορφωμένοι “επάρατη νόσο”, οι απλοί άνθρωποι “κακιά αρρώστια” και κάποιοι άλλοι ενώ μιλούσαν φωναχτά, όταν επρόκειτο να ξεστομίσουν τη λέξη, τη σχημάτιζαν με τα χείλη αλλά αθόρυβα. Να μην ακουστεί. Λες και αν πεις το όνομά του, θα έρθει να σε πάρει…
Όταν μάχεσαι με έναν πανίσχυρο εχθρό και θες να τα δώσεις όλα για να τον νικήσεις, δε μου μοιάζει ορθή στρατηγική να μην τολμάς ούτε το όνομά του να ξεστομίσεις. Αλλά και δε μου ταιριάζει. Δε νομίζω πως μας επιτρέπεται να αφαιρούμε με δεισιδαιμονία άλλων αιώνων, έτσι αυθαίρετα τον ήχο των λέξεων, ψιθυρίζοντας το όνομα του αντιπάλου. Τον καρκίνο λοιπόν, τον κατονομάζουμε, τον στοχοποιούμε, κάνουμε ελέγχους για την έγκαιρη διάγνωσή του, εμπιστευόμαστε την επιστήμη, μένουμε μακριά από σκιζτήδες και απατεώνες, νικάμε και χάνουμε μάχες κάθε μέρα και αισιοδοξούμε πως θα κερδίσουμε τον πόλεμο. Εγώ έτσι αποφάσισα να κάνω, όπως ελπίζω όλοι οι καρκινοπαθείς του κόσμου. Δίχως ψευτο-ηρωισμούς αλλά και δίχως δειλίες. Να νικήσουμε, να χάσουμε αλλά να παλέψουμε δίχως να φοβόμαστε τον… ήχο μιας λέξης. Ειδάλλως θα είμαστε για γέλια, πολύ πριν φτάσουμε στα κλάματα.
Και θα σας κρατώ ενήμερους.
ΥΓ. ΔΕΝ έχω εντοπίσει, ούτε μισό εργαζόμενο στο “Παπαγεωργίου”, δίχως ενσυναίσθηση. Συνάντησα μόνο νοιάξιμο, καλοσύνη, ευπροσηγορία προς όλους. Και στην ογκολογική βραχείας νοσηλείας και στην ογκολογική κλινική. Να τα λέμε και να τα γράφουμε κι αυτά».