Serial Reader: Τα βιβλία που διάβασα πριν γίνω 30 ετών

Με το που ανέβεις το βάθρο των 20 και περάσεις το κατώφλι της υπέροχης δεκαετίας των ‘20s σού ανοίγεται η ζωή. Αρκεί μια βαθιά ανάσα για να κάνεις το καλύτερο μακροβούτι της ζωής. Χωρίς όρια και με ορμή ξεδιπλώνονται δέκα χρόνια απέραντης μαγείας. Είναι η δεκαετία που πέφτει στα χέρια σου το βαρύ εγχειρίδιο «πώς να είσαι ενήλικας». Τότε είναι που κάνεις τις πρώτες σοβαρές σχέσεις, τα πρώτα επαγγελματικά βήματα και παίρνεις τα πρώτα δύσκολα μαθήματα για τον εαυτό σου αλλά και για τον κόσμο. Όλα αυτά στην προσπάθεια για να βρεις τι είσαι, τι θέλεις, τι σου αρέσει και τι δεν σου αρέσει.

Ξεκίνησα να διαβάζω από επιλογή σε αυτή τη δεκαετία της ζωής μου -εκεί γύρω στα 25. Πριν (θα βγάλω στην απέξω τα παιδικάτα μου και τα όσα διάβασα στην πορεία μου ως μαθήτρια κι αργότερα φοιτήτρια) ήμουν σε αποκλειστική σχέση με τα περιοδικά. Ήταν τα μόνα που διάβαζα. Και εννοείται δεν είχα τίποτε άλλο σε αποκλειστικότητα. Μήτε σχέσεις, μήτε συνήθειες. Όλα ήταν ρευστά και πιθανά. Αυτό είναι κάτι χαρακτηριστικό που νιώθει κανείς στα 20κάτι του. Εκτός, βέβαια, αν μέσα σε αυτή τη δεκαετία έχεις ζήσει οικονομική κρίση, την άνοδο της ακροδεξιάς, πανδημία, πολέμους… Ε, σε αυτή την περίπτωση, όπως και να το κάνουμε, δεν είσαι τόσο ανάλαφρος. Και πάλι όμως, έχεις το προνόμιο της νιότης. Όσο αποκαρδιωτικό και να είναι αυτό που συμβαίνει κοινωνικά γύρω μας, όσο δύσκολα κι αν περνάει η γενιά μας (GenZ, την πατήσαμε!) και η εκάστοτε γενιά, η ματιά μας είναι εκ των πραγμάτων στραμμένη στο μέλλον σε αυτή την δεκαετία.

Λίγο πριν πατήσω στον πλανήτη των 30 κοιτάζω πίσω μου και βλέπω ομορφιά. Όρεξη για ζωή, ταξίδια, σκέψεις, προσμονή, έρωτες, λάθη, πάθη και τελικά, μαθήματα ζωής. Γιατί και τα ωραία και τα άσχημα μάς αφήνουν το αποτύπωμά τους και μας ωριμάζουν. Σε όλο αυτό το ταξίδι είχα μαζί μου και τη συντροφιά της λογοτεχνίας. Ας κάνουμε λοιπόν μια σύντομή προσωπική αναδρομή στα roaring ‘20s της ζωής μου και στα βιβλία που μου κράτησαν παρέα.

Όταν ξεκίνησα να διαβάζω συστηματικά νόμιζα ότι ήμουν ορκισμένη αναγνώστης των βιβλίων αυτοβελτίωσης. Θυμάμαι πως οι προσπάθειές μου να διαβάσω κλασική λογοτεχνία δεν είχαν ιδιαίτερα αποτελέσματα. Κι αυτό με απογοήτευε –με έκανε να πιστεύω ότι δεν μπορώ να διαβάσω. Μέχρι που πήρα στα χέρια μου το Έρωτας ή Τίποτα του ψυχοθεραπευτή Δημήτρη Καραγιάννη και πίστεψα ότι αυτό ήταν το «ξόρκι» που θα έλυνε τα μάγια. Ήταν μεγάλο για τα δεδομένα μου, αλλά λίγο που προερχόταν από τον χώρο της ψυχολογίας (κι εγώ ακόμα τότε σπούδαζα σε παρεμφερή κλάδο), λίγο που το διάβαζε η κολλητή μου, λίγο που λύσσαγα να γίνω αυτός ο ερωτικός άνθρωπος που περιέγραφε… το τελείωσα σε λιγότερο από μήνα. Και τότε αυτό ήταν ρεκόρ για μένα. Μην σας «ξινίζει» ο τίτλος. Ξέρω ότι είναι cheesy, αλλά το βιβλίο είναι τόσο εμπνευστικό, όσο και το να είσαι ερωτικός άνθρωπος (δηλαδή ερωτευμένος με τη ζωή), που μέχρι και σήμερα το βγάζω από τη βιβλιοθήκη για να διαβάσω μερικά κεφάλαια ώστε να πάρω δύναμη και να συνεχίσω να πολεμάω την ντέκα της ζωής. Άλλα αγαπημένα βιβλία αυτοβελτίωσης που συνάντησα στην πορεία ήταν το πολυδιαβασμένο πια The Subtle Art of Not Giving a F*ck του Mark Manson που με έκανε να δω τη ζωή πιο ανάλαφρα και να συνειδητοποιήσω ότι τα πράγματα πιθανότητα δεν θα πάνε κατ’ ευχήν στη ζωή και κυρίως, πως το σύμπαν δεν μου χρωστάει τίποτα. Τελικά, το Ικιγκάι των Héctor García & Francesc Miralles έμελλε να είναι το τελευταίο βιβλίο που διάβασα θέλοντας επί τούτου να μάθω κάτι για τη ζωή μέσα από ένα βιβλίο.

Ύστερα από χρόνια μετακόμισα στο εξωτερικό. Θα έλεγα πως μετακόμισα στο Βερολίνο, αλλά αυτό δεν είναι ακριβώς η αλήθεια. Στην πραγματικότητα μετακόμισα στην Ευρώπη. Μετακινούμουν για μήνες με ένα backpack στους ώμους, το οποίο πάντα είχε ένα βιβλίο μέσα. Το πρώτο που είχα πάρει μαζί μου (για να μπω σε ρόλο μάλλον) ήταν το On the Road του Jack Kerouac. Λίγο γραφικό, το ξέρω. Ήταν η εποχή που είχα πάθει μια μικρή εμμονή με την υποκουλτούρα των Beatniks. Σε ένα low-cost ταξίδι του 10ευρου, από το Βερολίνο βρέθηκα στο Λονδίνο για να δω τους κουμπάρους μου. Τα πρωινά που εκείνοι βρίσκονταν στις δουλειές τους, εγώ χανόμουν στα charity shops της γειτονιάς τους. Από εκεί ψώνιζα βιβλία από δεύτερο χέρι, χαρούμενη που είχα πρόσβαση σε αναγνώσεις που μπορούσα να διαβάσω. Στη Γερμανία, τη μονιμότερη βάση μου, τα αγγλικά βιβλία ήταν λίγα και ακριβά. Σίγουρα δεν μπορούσες να τα βρεις σε charity shops. Στο Archway του Λονδίνου λοιπόν εξοπλιζόμουν με λογοτεχνία, που αργότερα, στα επόμενα μου ταξίδια θα ξεκοκάλιζα. Έτσι διάβασα και το The Fall of the House of Usher Short story (& other stories) του Edgar Allan Poe. Γυρίζοντας από το Λονδίνο, μια φορά, θυμάμαι έκανα στάση στην Βιέννη για να συναντήσω μια φίλη που ζει όλη της τη ζωή με μια βαλίτσα, αφού λόγω δουλειάς πρέπει να μοιράζει το χρόνο της σε διάφορα σημεία του κόσμου (Γεια σου Έλλη! Απ΄ όπου κι αν μας διαβάζεις). Εκείνη μου έκανε δώρο το The Lonely City: Adventures in the Art of Being Alone της Olivia Laing. Δεν χρειάζεται να πω κάτι παραπάνω. Πιστεύω ο τίτλος του βιβλίου και η συνθήκη «εγώ, το backpack μου και ο κόσμος» μπορεί να σας δώσει πλήρη εικόνα.

Αργότερα, σε έναν δερμάτινο καναπέ στο αγαπημένο μου καφέ του Mitte, κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψης στην αδερφή μου στο Αννόβερο, έκανα μια ακόμα προσπάθεια να διαβάσω κλασικούς. Η Δίκη του Φραντς Κάφκα ήταν η καλύτερη επιλογή γιατί αν και κλασικό, το ότι πραγματευόταν τα θέμα της αντίστασης στην εξουσία, μου λειτουργούσε. Ήταν η εποχή που είχα κατεδαφίσει από τη ζωή μου ό,τι είχα οικοδομήσει μέχρι τότε στον αυτόματο. Αμφισβητούσα τα πάντα, προκειμένου να στρώσω τη ζωή μου με μοναδικό γνώμονα το τι θέλω εγώ και με το τι μου ταιριάζει. Στο ίδιο μήκος κύματος διάβασα αργότερα σε pdf, που ακόμα και σήμερα διακινείται ελεύθερα και δωρεάν στο διαδίκτυο, τον Αναρχικό Τραπεζίτη του Fernando Pessoa. Πρέπει να είναι από τα βιβλία που με στιγμάτισαν περισσότερο στη ζωή μου. Μαζί και το 1984 του George Orwell το οποίο είχα πάρει σε pocket έκδοση από δεύτερο χέρι σε κάποιο από τα ταξίδια μου εκείνη την εποχή. Μάλιστα, το συγκεκριμένο βιβλίο είχε αφιέρωση στην πρώτη σελίδα από μια μάνα στην κόρη της. Κι αυτή είναι η μαγεία του second-hand –αυτό που πέφτει στα χέρια σου έχει ήδη μια ιστορία κι εσύ καλείσαι να τη συνεχίσεις σε μια προσπάθεια να συντηρήσεις την αέναη κίνηση της ύπαρξης. Στην πορεία διάβασα το βιβλίο και στα ελληνικά και κατέληξα σε ένα συμπέρασμα… καμία ελληνική έκδοση (από αυτές που διάβασα) δεν είναι τόσο καλή όσο εκείνη των εκδόσεων Κάκτος (η μοναδική εγκεκριμένη από το Ίδρυμα Όργουελ).

Την εισαγωγή μου στην ποίηση την έκανα εντός Ελλάδας, διαβάζοντας το Milk & Honey της Rupi Kaur. Μόλις είχα χωρίσει από την πρώτη μου ενήλικη με διάρκεια σχέση και οι λέξεις της Rupi σε κάθε στίχο ήταν σα να ήταν γραμμένες για εμένα. Εκείνο το καλοκαίρι πήγα μέχρι την Σητεία, στην Κρήτη και διάβασα το Στο Ντιβάνι του Irvin D. Yalom. Δεν θέλω να βιαστείτε να βγάλετε συμπεράσματα –η επιλογή του βιβλίου ήταν τυχαία. Μόλις είχαμε φτιάξει ένα book-club στο γραφείο με δύο υπέροχες συναδέλφους, τις οποίες εμπιστεύτηκα να διαλέξουν βιβλίο για τις διακοπές. Αυτά συμβαίνουν όταν αφήνεις πράγματα στην τύχη (ή στους άλλους). Ο Yalom, βέβαια, είναι μια σχολή από μόνος του. Δεν είναι ο αγαπημένος μου, αλλά τον αναγνωρίζω. Τελικά αυτό που με έκανε στα αλήθεια να ξεχαστώ εκείνο το καλοκαίρι ήταν το μυθιστόρημα Επικίνδυνες φιλίες των Liv Constantine, που με έβαλε εντελώς μέσα στην ιστορία.

Ένα βιβλίο που μου διεύρυνε τους ορίζοντες και με έβαλε για τα καλά μέσα στον προβληματικό κόσμο της βιομηχανίας της μόδας ήταν το Stitched Up: The Anti-Capitalist Book of Fashion της Tansy E. Hoskins, με την οποία μας συνδέει πια μια σχέση αλληλοεκτίμησης. Για χρόνια οι φίλοι μου έλεγαν περιπαικτικά πως παρότι σιχαίνομαι την βιομηχανία της μόδας συνεχίζω να είμαι μέρος της. Ενώ στην πραγματικότητα, επειδή ακριβώς λατρεύω το χώρο αυτό, θέλω να ξέρω σε βάθος τι συμβαίνει, να ασκώ κριτική και να οδηγώ προς την αλλαγή, ώστε μια μέρα να γίνει ιδανικός. Μπορεί βέβαια, μέχρι να γίνει αυτό, να έχουμε ζήσει μια ζωή με ρομπότ φίλους όπως στο συγκλονιστικό Η Κλάρα και ο Ήλιος του Kazuo Ishiguro. Το τελευταίο το διάβασα όταν ξεκίνησε η καραντίνα. Αχ, η καραντίνα! Γλυκιά και πικρή ανάμνηση. Κρατάμε την γλύκα που μου προσέφεραν οι αναγνώσεις που έκανα κατά την διάρκεια των lockdown. Θυμάμαι το Ανδρολίβαδο – Ιστορίες Σπαρακτικής Αγνότητας της Τζούλη Αγοράκη να μου δίνει μια καλή δόση ζωής και γέλιου σε λίγες μόνο σελίδες, το Ο Σάιμον Ενάντια στην Ανθρωπότητα της Rebecca Albertalli να με βάζει στον κόσμο ενός gay έφηβου και να μου αλαφρώνει τον δικό μου, το Η Μυστική Ζωή των Συγγραφέων που μου υπενθύμισε ότι ξετρελαίνομαι με τις ιστορίες μυστηρίου, τo H Φόνισσα του Παπαδιαμάντη που κάθε φορά που θα το πιάσω θα συγκινηθώ το ίδιο, τo αρκετά μαύρο και ρεαλιστικά παρανοϊκό H Τριλογία της Νέας Υόρκης του Paul Auster που είναι ένας από τους αγαπημένους μου συγγραφείς και την Ιστορία των Μελισσών της Maya Lounde, το πρώτο από την Τετραλογία του Περιβάλλοντος, που μου υπενθύμισε την περιβαλλοντική κρίση την οποία έχουμε ξεχάσει με έναν τρόπο από τότε που ξεκίνησε ο covid19.

Αυτά και άλλα πολλά πήρα μαζί μου στο ταξίδι από τα 20 στα 30 και ήταν όλα τους ένα κι ένα. Αυτές τις ημέρες διαβάζω το Στη γη Είμαστε Πρόσκαιρα Υπέροχοι του Ocean Vuong και παρότι η γραφή του είναι φανταστική, νιώθω ότι ίσως έπρεπε πρώτα να ‘χα σβήσει τα κεράκια των 30 και μετά να το είχα ξεκινήσει.

Tags:

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Newsletter

#StayInStyle

Λάβετε ειδοποίηση για νέα άρθρα