Ταξίδι στην άγνωστη Σαρδηνία

Η Calasetta και η Sant’Antioco γειτονικές πόλεις της Σαρδηνίας, συνδέονται με ένα οδικό δίκτυο γεμάτο από απότομος στροφές που θα ζήλευε ο James Bond. Και οι δύο έχουν να μας επιδείξουν μια ξεχωριστή γαστρονομική κληρονομιά, για αυτό αξίζουν μια επίσκεψη.

Ο Nenno ή Salvatore τροφοδοτεί τη φωτιά, ενώ η έντονη λάμψη από τα κάρβουνα αυξάνει τον ενθουσιασμό του. Από πάνω τρία γουρουνάκια γάλακτος, ηλικίας περίπου τεσσάρων μηνών και βάρους περίπου έξι κιλών, γυρνάνε αργά στη σούβλα. Η πέτσα τους, μετά από πέντε ώρες ψησίματος, είναι γλυκιά και τραγανή, ενώ το κρέας τους είναι τρυφερό και ζουμερό. «Είναι η κουλτούρα μας, η ιστορία, η ταυτότητά μας» λέει αναφερόμενος σε αυτή την τοπική σπεσιαλιτέ που σερβίρει επί 25 χρόνια στο εστιατόριό του, το Ducato di Sisineddu, όπου και έκανε τις πρώτες μαγειρικές του απόπειρες μαζί με τους παππούδες του. «Ας απολαύσουμε λίγο τυρί με κρασί μέχρι να είναι έτοιμα» λέει με ένα χαμόγελο ευχαρίστησης, ενώ δείχνει τα λαχταριστά χοιρινά. Βρισκόμαστε στο Sant’Antioco, ένα νησάκι που συνδέεται με τη νοτιοδυτική πλευρά της Σαρδηνίας με ένα διάδρομο μήκους ενός μιλίου.

Εδώ είναι βέβαιο πως ο επισκέπτης δεν θα πεινάσει ποτέ. Σε αντίθεση με την κοσμοπολίτικη Σαρδηνία, το Sant’Antioco παραμένει ανέγγιχτο από τον τουρισμό. Είναι ένας γαλήνιος τόπος με δύο γραφικά λιμανάκια, κάποια ερείπια που χρονολογούνται από την προρωμαϊκή εποχή, ένα καταπληκτικό μεσογειακό περιβάλλον και τις ωραιότερες παραλίες της περιοχής.

O Άγιος Αντίοχος (Sant Antioco) στη Σαρδηνία.

Εδώ κυριαρχεί η απλότητα και αν έπρεπε να αφηγηθούμε ένα παραμύθι γι’ αυτή τη γωνίτσα του κόσμου, θα του δίναμε τον τίτλο «Ιστορία δύο πόλεων». Κάτι που ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, αφού η Calasetta και η Sant’Antioco συνδέονται με ένα δίκτυο στριφογυριστών δρόμων, το οποίο συχνά διασχίζουν κοπάδια από πρόβατα που βόσκουν στους καταπράσινους λόφους με τις μυρτιές, τα άγρια ελαιόδεντρα και τα ρείκια. Στην άλλη πλευρά κυριαρχεί ένα πιο άγριο τοπίο με βραχώδεις ακτές που βρέχονται από τη Μεσόγειο.

Και ενώ η απόσταση ανάμεσά τους είναι μικρότερη των 8 χιλιομέτρων, είναι τόσο διαφορετικές που εύκολα κανείς θα μπορούσε να φανταστεί ότι ανήκουν σε διαφορετικά κράτη. Οι τοπικές διάλεκτοι διαφέρουν, το ίδιο και η αρχιτεκτονική, αλλά εκείνο που καθορίζει και φανερώνει τις μεταξύ τους διαφορές είναι το στιλ μαγειρέματος. Αυτό είναι το στοιχείο που διαμορφώνει την ταυτότητά τους, ενώ το μόνο κοινό χαρακτηριστικό τους είναι η λιμνοθάλασσα που τις τροφοδοτεί με πρώτες ύλες για τα θαυμάσια πιάτα τους.

Ψαράς στη λιμνοθάλασσα του Sant’ Antioco στη Σαρδηνία.

Μακριά από τα τουριστικά μονοπάτια, στην πόλη Sant’Antioco οι ντόπιοι μαζεύονται στον παραλιακό δρόμο, εκεί όπου οι ψαράδες με τα παραδοσιακά καΐκια διαλαλούν την πραμάτεια τους. Σπάροι, γατόψαρα, τόνοι, χταπόδια, αστακοί και καβούρια καθαρίζονται επιτόπου και μπαίνουν σε σακούλες. Σειρές από σπίτια σε παστέλ αποχρώσεις (τα περισσότερα βαμμένα στους ροζ τόνους των φλαμίνγκο που συχνά κάνουν στάση στο νησί) πλαισιώνουν τους λιθόστρωτους δρόμους που ανηφορίζουν μέχρι τον καθεδρικό ναό.

Η πέτρινη εκκλησία στην κορυφή του χωριού χρονολογείται από τον 5ο αιώνα. Εδώ δύο φορές τον χρόνο οι κάτοικοι τιμούν τον Άγιο Αντίοχο σε ένα από τα παλιότερα φεστιβάλ της Σαρδηνίας.

Η εκκλησία του Αγίου Αντίοχου του Μαρτύρου είναι μια βυζαντινή και βρίσκεται στην πόλη του Sant’Antioco.

Παντού πραγματοποιούνται γιορτές γεμάτες χρώμα προς τιμήν του προστάτη αγίου του νησιού, κατά τη διάρκεια των οποίων όλοι φορούν τις παραδοσιακές τους στολές και καταναλώνουν άφθονο coccois pintaus, ένα ψωμί με πολλά στολίδια που φτιάχνουν οι γυναίκες στη Sant’Antioco.

Το παραδοσιακό ψωμί της Σαρδηνίας που λέγεται Coccoi.

Η ίδια η πόλη έχει πλούσια και πολυτάραχη ιστορία, αφού έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στους εμπορικούς δρόμους που ακολούθησαν οι Φοίνικες. Είναι ατμοσφαιρική, ενώ στα περίχωρά της θα βρείτε ποιοτικό φαγητό: χειροποίητα orecchiette από αβγά και αλεύρι σερβίρονται με άγρια σπαράγγια, τραγανό και λεπτό pane carasau (ένα πεντανόστιμο επίπεδο ψωμάκι που είναι γνωστό ως «μουσικό χαρτί»), σπιτικό λικέρ μυρτιάς, κρασί Carignano, πλούσιες πιατέλες με αλλαντικά και τυριά, εξαιρετικό αβγοτάραχο και λαχταριστούς κόκκινους τόνους με βάρος μέχρι 300 γρ.

Tο bottarga, καπνιστό αβγοτάραχο από κέφαλο, έχει στεγνώσει στον αέρα και τρώγεται σαν να είναι γλυκό. Συνήθως το κόβουν σε λεπτές φέτες και το σερβίρουν με ελάχιστο ελαιόλαδο ή το προσθέτουν στην καρμπονάρα ή σε απλά πιάτα ζυμαρικών.

Είναι ένα από τα γαστρονομικά δώρα αυτού του νησιού, πικάντικο, με γλυκές νότες, άρωμα που θυμίζει αμύγδαλο και πλούσιο κεχριμπαρένιο χρώμα. Κρυμμένο πίσω από μια βαριά ξύλινη πόρτα σε ένα στενό δρομάκι βρίσκεται το Solky Affumicati e Salati, ένα κατάστημα που φτιάχνει χειροποίητο bottarga. Ο στενός διάδρομος είναι γεμάτος με πολύχρωμες ρετρό συσκευασίες και κονσέρβες με αβγοτάραχο, σαρδέλες και αντζούγιες με ελαιόλαδο, ενώ παρτίδες από γυάλες με τον περίφημο τόνο συγκεντρώνονται για να αποσταλούν σε κάθε γωνιά της Ιταλίας, στη Δανία, τη Γερμανία και την Αμερική.

Τo κλίμα και τα νερά της περιοχής είναι ιδανικά για τους κέφαλους. Τα αβγά τους εξάγονται ολόκληρα, παστώνονται και μπαίνουν σε πρέσα. Μετά από μερικές εβδομάδες έκθεσης στον ήλιο και τον αέρα γίνεται το θαύμα και ο περίφημος «χρυσός της Σαρδηνίας» είναι έτοιμος για κατανάλωση. Και ενώ η παράδοση έχει ήδη υφάνει τον καμβά της τοπικής γαστρονομίας, σύγχρονες πινελιές μπαίνουν από τους μάγειρες της επόμενης γενιάς.

Η γειτονική Calasetta είναι ένα ψαράδικο λιμάνι, αλλά και ένας απομονωμένος παράδεισος με παρθένες παραλίες όπως η Spiaggia Grande και η Le Saline, βραχώδεις σχηματισμούς, αμμόλοφους και καταπράσινη βλάστηση.

Η παραλία Spiaggia Grande, στην Calasetta.

Έχει πληθυσμό που δεν ξεπερνά τους 3.000 κατοίκους, ενώ αποτελεί οικείο θέαμα να βλέπει κανείς τους ντόπιους να κάθονται στα γρανιτένια παγκάκια που έχει ζεστάνει ο ήλιος, παρατηρώντας τις καβουροπαγίδες που κρέμονται από τα μπλε καϊκάκια. Η ψαριά της μέρας αποτελεί εδώ την πρώτη ύλη για το cassolla, μια αρωματική σούπα με ντομάτα που είναι το σήμα κατατεθέν της πόλης.

Η Calasetta ιδρύθηκε το 1769 από αλιείς τόνου και κοραλλιών από το Pegli, αν και αργότερα κατέφτασαν και άλλοι από το νησί Tabarka της Τυνησίας. Σήμερα η πολιτιστική ιστορία και η διάλεκτος της Λιγυρίας παραμένει αναλλοίωτη, τα σπίτια είναι κατάλευκα με μπλε πινελιές εδώ κι εκεί, ενώ η εκκλησία έχει αραβικό σχεδιασμό. Το φαγητό ακολουθεί πιστά τις εποχές, ενώ οι τυνησιακές επιρροές διακρίνονται εύκολα στα πιάτα θαλασσινών και στα κρέατα που ψήνονται στα κάρβουνα (σπεσιαλιτέ εδώ είναι το γουρουνόπουλο στη σούβλα) και σερβίρονται μαζί με κουσκούς και τα ζυμαρικά fregula αρωματισμένα γενναιόδωρα με βορειοαφρικανικά μπαχαρικά.

Ζυμαρικά fregula με θαλασσινά. Μια γεύση μοναδική.

«Υπάρχει πληθώρα υλικών» λέει ο Carlo Biggio, ο 30χρονος σεφ και ιδιοκτήτης του Mamma Fina, προσθέτοντας πιλάφι σε ένα μαγειρευτό της κατσαρόλας. «Μαγειρεύω παραδοσιακά ρουστίκ πιάτα όπως το casca (με κουσκούς, χοιρινό, λαχανικά και αρακά), αλλά μου αρέσει να τους βάζω μια μοντέρνα πινελιά». Κάθε πρωί ο πατέρας του Biggio βγαίνει στην εξοχή αναζητώντας άγρια βότανα, θυμάρι ρίγανη, δεντρολίβανο. Επιπλέον χρησιμοποιούν ευρέως άλλα δύο υλικά που πια έχουν διεισδύσει στις κουζίνες όλου του κόσμου, το ελαιόλαδο και το κρασί.

O Carlo Biggio, ο 30χρονος σεφ και ιδιοκτήτης του Mamma Fina. Credit: Food & Travel

Οι ντόπιοι πηγαίνουν τις ελιές τους σε ελαιοτριβεία για τη δική τους παραγωγή αγνού παρθένου ελαιόλαδου, το ίδιο συμβαίνει το φθινόπωρο όταν κάνουν ουρές στον τοπικό συνεταιρισμό που παράγει εφτά κρασιά Carignano, από ξηρά, με αρμονική και έντονη γεύση μέχρι ντελικάτα και φρουτώδη, τα οποία γεμίζουν μπουκάλια και δεξαμενές με σχήμα αντλίας πετρελαίου. Σε αυτό το όμορφο και σε μεγάλο βαθμό ανεξερεύνητο κομμάτι της Ιταλίας, αυτές οι δύο διαφορετικές πόλεις επί αιώνες έχουν θρέψει τους κατοίκους τους με πολύ διαφορετικά φαγητά, από το bottarga και τον κόκκινο τόνο μέχρι το γουρουνόπουλο στη σούβλα. Μπορεί η παράδοση να είναι βαθιά ριζωμένη στο νησί, αλλά ακριβώς αυτή η χαρά της απλότητας μαγεύει τους επισκέπτες.

Πού να μείνετε

Hotel Cala di Seta: Ενα φιλικό οικογενειακό ξενοδοχείο στην καρδιά της Calasetta με καλές τιμές και άνετα δωμάτια γύρω από μια όμορφη αυλή. Εδώ η Nonna θα σας καλωσορίσει με σπιτικό κέικ που φτιάχνει η ίδια. Δίκλινα από 65€. Via Regina Margherita

Hotel Luci del Faro: Παραδοσιακό ξενοδοχείο της Σαρδηνίας σε μια από τις ωραιότερες παραλίες της Calasetta. Η ταράτσα του είναι εντυπωσιακή κατά το ηλιοβασίλεμα, την καλύτερη ώρα για να απολαύσετε ένα απεριτίφ. Δίκλινα από 50€. Località Spiaggia Grande

Tags:

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Newsletter

#StayInStyle

Λάβετε ειδοποίηση για νέα άρθρα