Ο ρομαντικός Hugh Grant – Στην κορυφή με όπλο τη γοητεία και το χιούμορ
O Hugh Grant
Credit: Entertainment Press/Shutterstock

Ο Hugh Grant είναι ένας από τους πιο διάσημους Βρετανούς σταρ. Καθιερώθηκε στη συνείδησή μας μέσα από πρωταγωνιστικούς ρόλους σε ρομαντικές κομεντί αλλά στο πέρασμα των χρόνων κατέκτησε τις καρδιές μας με την αίσθηση του χιούμορ του καθώς και τους κωμικούς ρόλους του.

Είναι γνωστός για τους ρόλους του στις ταινίες Τέσσερις γάμοι και μία κηδεία (1994), με την Andie MacDowell, Μια βραδιά στο Νότινγκ Χιλ (1999) με την Julia Roberts, και Music and Lyrics (2007), με την Drew Barrymore, μεταξύ άλλων.

Ο Grant έγινε κυρίως ηθοποιός κωμωδίας (κυρίως ρομαντικής κωμωδίας) από την άνοδό του στο προσκήνιο στα μέσα της δεκαετίας του 1990 έως τη δεκαετία του 2010. Ο ίδιος δήλωσε ότι απομακρύνθηκε από τις ρομαντικές κωμωδίες μετά την αποτυχία της ταινίας Did You Hear About the Morgans? (2009). Σε συνέντευξή του το 2020 στην εφημερίδα The Sydney Morning Herald, δήλωσε: “Μεγάλωσα και ασχήμυνα και δεν είμαι πια κατάλληλος για ταινίες ρομαντικής κωμωδίας, πράγμα που ήταν μεγάλη ευλογία.”

Έχει λάβει αρκετές διακρίσεις, μεταξύ των οποίων ένα βραβείο της Βρετανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου και μια Χρυσή Σφαίρα, καθώς και υποψηφιότητες για δύο βραβεία Primetime Emmy. Το 2006 του απονεμήθηκε τιμητικό Σεζάρ. Από το 2018, οι ταινίες του είχαν εισπράξει συνολικά σχεδόν 3 δισεκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως. Το 2022, το περιοδικό Time Out συμπεριέλαβε τον Grant ως έναν από τους 50 καλύτερους ηθοποιούς όλων των εποχών στη Βρετανία. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990 ο Grant καθιερώθηκε ως ένας πολύ πρωτότυπος και πολυμήχανος ηθοποιός.

Τα βιογραφικά στοιχεία

Γεννήθηκε ως Hugh John Mungo Grant στις 9 Σεπτεμβρίου 1960, στο Χάμερσμιθ του Λονδίνου, στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η μητέρα του, Fyvola Susan (MacLean), ήταν δασκάλα και δίδασκε λατινικά, γαλλικά και μουσική για περισσότερα από 30 χρόνια στα κρατικά σχολεία του Δυτικού Λονδίνου. Πέθανε σε ηλικία 67 ετών από καρκίνο του παγκρέατος. Στο Inside the Actors Studio το 2002, ο σταρ απέδωσε στη μητέρα του “κάθε γονίδιο υποκριτικής που μπορεί να έχει”. Ο πατέρας του, James Murray Grant, ήταν καλλιτέχνης και πωλητής χαλιών, ενώ ο παππούς του ήταν στον βρετανικό στρατό κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Έχει ως επί το πλείστον σκωτσέζικη και αγγλική καταγωγή. Ο νεαρός Grant ήταν λάτρης της λογοτεχνίας και της υποκριτικής. Κέρδισε υποτροφία για την Οξφόρδη και πήγε στο New College το 1979. Εκεί ασχολήθηκε με το φοιτητικό δράμα και σκέφτηκε να σταδιοδρομήσει ως ιστορικός τέχνης. Μετά την Οξφόρδη, απέρριψε μια υποτροφία για μεταπτυχιακές σπουδές στην Ιστορία της Τέχνης στο Ινστιτούτο Courtauld του Λονδίνου και επικεντρώθηκε στην υποκριτική καριέρα του.

Πέρασε πολλά από τα παιδικά του καλοκαίρια με σκοποβολή και ψάρεμα με τον παππού του στη Σκωτία. Ο Grant έχει έναν μεγαλύτερο αδελφό, τον James “Jamie” Grant, έναν τραπεζίτη επενδύσεων με έδρα τη Νέα Υόρκη.

Το 1982, ενώ ήταν ακόμη φοιτητής, ο Grant έκανε το ντεμπούτο του στη μεγάλη οθόνη στην ταινία Privileged, ενώ ακολούθησε το ρομαντικό δράμα Maurice (1987) για το οποίο κέρδισε την αναγνώριση καθώς και το Volpi Cup καλύτερου ηθοποιού.

Στη συνέχεια έπαιξε σε μια σειρά από επιτυχημένα δράματα εποχής, όπως τα The Remains of the Day (1993), Sense and Sensibility (1995) και Restoration (1995). Ο Grant αναδείχθηκε σε σταρ με τη ρομαντική κωμωδία του Richard Curtis Τέσσερις γάμοι και μια κηδεία (1994), για την οποία κέρδισε τη Χρυσή Σφαίρα και το βραβείο BAFTA καλύτερου ηθοποιού. Πρωταγωνίστησε και σε άλλες ρομαντικές κωμωδίες όπως το Notting Hill (1999), το Ημερολόγιο της Μπρίτζετ Τζόουνς (2001) και η συνέχειά του το 2004, το About a Boy (2002), το Two Weeks Notice (2002), το Love Actually (2003) και το Music and Lyrics (2007).

Ο Grant άρχισε να παίζει ρόλους πρωταγωνιστών εκτός πλαισίου, κερδίζοντας υποψηφιότητες για δύο βραβεία BAFTA καλύτερου β’ ανδρικού ρόλου για τους ρόλους του ως St. Clair Bayfield στην ταινία Florence Foster Jenkins (2016) και ενός εγωιστή ηθοποιού στην ταινία Paddington 2 (2017). Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου έπαιξε στην ταινία επιστημονικής φαντασίας Cloud Atlas (2012), σε αρκετές ταινίες δράσης του Guy Ritchie, όπως The Gentlemen (2019) και στo Wonka (2023). Κέρδισε δύο υποψηφιότητες για βραβείο Primetime Emmy για εξαιρετικό ηθοποιό σε σειρά ή ταινία περιορισμένης διάρκειας για τους τηλεοπτικούς του ρόλους ως Jeremy Thorpe στη μίνι σειρά του BBC A Very English Scandal (2018) και ενός συζύγου που κατηγορείται για απιστία και φόνο στη μίνι σειρά του HBO The Undoing (2020).

Ο Grant έχει μιλήσει ανοιχτά για την αντιπάθειά του προς το επάγγελμα του ηθοποιού, την περιφρόνησή του προς την κουλτούρα της διασημότητας και την εχθρότητά του προς τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Αναδείχθηκε ως εξέχων επικριτής της συμπεριφοράς της News Corporation του Rupert Murdoch κατά τη διάρκεια του σκανδάλου τηλεφωνικών υποκλοπών της News International.

Ο ρόλος που άλλαξε τη ζωή του

Στα 32 του χρόνια, ο Grant ισχυρίστηκε ότι ήταν στα πρόθυρα να εγκαταλείψει το επάγγελμα του ηθοποιού, αλλά έμεινε έκπληκτος από το σενάριο της ταινίας Τέσσερις γάμοι και μια κηδεία (1994). “Αν έχεις διαβάσει τόσα κακά σενάρια όσα εγώ, θα ξέρεις πόσο ευγνώμων είσαι όταν συναντάς ένα σενάριο όπου ο τύπος είναι πραγματικά αστείος”, είχε πει αργότερα. Το Four Weddings and a Funeral (Τέσσερις γάμοι και μια κηδεία) που κυκλοφόρησε το 1994 με τον Grant στον πρωταγωνιστικό ρόλο, έγινε η πιο κερδοφόρα βρετανική ταινία μέχρι σήμερα με εισπράξεις που ξεπέρασαν τα 244 εκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως, καθιστώντας τον παγκόσμιο σταρ μέσα σε μια νύχτα.

Το Masculinities in European and Hollywood Cinema ανέφερε: “Το Four Weddings τον έκανε ένα πραγματικά διεθνές αστέρι του οποίου η εικόνα προωθήθηκε ακατάπαυστα σε άρθρα εφημερίδων με ταμπλόιντ, τηλεοπτικές εκπομπές συζήτησης και προφίλ σε περιοδικά, ιδίως σε γυναικεία περιοδικά μαζικής κυκλοφορίας. Ο Grant φρόντισε να υποδυθεί τον ευγενικό και αυτοσαρκαστικό Άγγλο τζέντλεμαν.Όσοι του έκαναν συνέντευξη σχολίαζαν συχνά τη ρομαντική ελκυστικότητά του, ένα σύγχρονο είδωλο της απογευματινής παράστασης, με γαλανά μάτια, πολύ εμφανίσιμος με έναν κλασσικά αγγλικό τρόπο, με τα ατημέλητα μαλλιά του και το γοητευτικό χαμόγελό του, τους άψογους τρόπους του που διανθίζονταν από την περιστασιακή βρισιά“.

O Grant τυποποιήθηκε προσωρινά με τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Charles, ενός μποέμ και ευγενικού εργένη. Ο Grant το είδε ως ένα προσωπικό τους αστείο ότι ο πρωταγωνιστής, λόγω των ρόλων που έπαιζε, θεωρήθηκε ότι είχε την προσωπικότητα του σεναριογράφου (Richard Curtis), ο οποίος είναι γνωστός για το ότι γράφει για τον εαυτό του και τη ζωή του. Ο Grant αργότερα είπε: “Αν και οφείλω την όποια επιτυχία είχα στο Τέσσερις γάμοι και μια κηδεία, έγινε απογοητευτικό ύστερα από λίγο ότι οι άνθρωποι έκαναν δύο υποθέσεις: Η μία ήταν ότι ήμουν αυτός ο χαρακτήρας – ενώ στην πραγματικότητα τίποτα δεν θα μπορούσε να απέχει περισσότερο από την αλήθεια, όπως είμαι σίγουρος ότι θα σας έλεγε ο Richard – και το άλλο απογοητευτικό ήταν ότι νόμιζαν ότι αυτό είναι το μόνο που μπορούσα να κάνω. Υποθέτω ότι, επειδή αυτές οι ταινίες έτυχε να είναι επιτυχημένες, κανείς, ίσως δικαιολογημένα, … δεν μπήκε στον κόπο να νοικιάσει όλες τις άλλες ταινίες που είχα κάνει“.

Τα μπλεξίματα με τον νόμο

Συνελήφθη στο Λος Άντζελες, στις 27 Ιουνίου 1995, αφού η αστυνομία ελέγχοντας ένα “ύποπτο σταθμευμένο αυτοκίνητο” τον βρήκε με την Divine Brown, μια πόρνη, στο μπροστινό κάθισμα (ήταν το αυτοκίνητό του).

Σύμφωνα με την Divine, η προσοχή ενός αστυνομικού προκλήθηκε από το γεγονός ότι ο Grant πατούσε επανειλημμένα το πεντάλ του φρένου της BMW του με το πόδι του, με αποτέλεσμα τα φώτα των φρένων να αναβοσβήνουν πολλές φορές

Δήλωσε αθώος και του επιβλήθηκε πρόστιμο 1.180 δολαρίων και δύο χρόνια αναστολή, ενώ διατάχθηκε να ολοκληρώσει ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα για το AIDS. Η φωτογραφία του έγραφε: BK4454813 / 06-27-95 / Αστυνομία Λος Άντζελες: HWD.

Η Divine Brown παρέμεινε έκτοτε στη δημοσιότητα μέσω της δουλειάς της στην πορνογραφία, των τηλεοπτικών εμφανίσεων και των συνεντεύξεων σε εφημερίδες. Καθώς ήταν μητέρα δύο κοριτσιών, στράφηκε στην πορνεία και μετέπειτα στην πορνογραφία, όταν δεν μπορούσε να πληρώσει έναν λογαριασμό ηλεκτρικού ρεύματος αξίας 133 δολαρίων. Πηγαίνοντας ένα βράδυ στην Union Square του Σαν Φρανσίσκο, κέρδισε 1.000 δολάρια σε πέντε ώρες.

O γάμος σε μεγάλη ηλικία

Απλά δεν πιστεύω πια στον κεραυνοβόλο έρωτα, παρόλο που έχω βασίσει όλη μου την καριέρα σε αυτή την έννοια. Κατά την εμπειρία μου, η δύναμη, το χρήμα και η επιρροή προσελκύουν πάντα το αντίθετο φύλο. Είναι κάτι που πάντα εκμεταλλευόμουν – με καλά αποτελέσματα” είχε πει για τον έρωτα στο παρελθόν. Ο Hugh Grant, παρ’ όλο που ήταν φανατικός εργένης, ντύθηκε γαμπρός στο πλευρό της Anna Ebstein με την οποία απέκτησε τρία παιδιά.

Το 1987, ενώ υποδυόταν τον Λόρδο Βύρωνα στην ισπανική παραγωγή Remando Al Viento (1988), ο Grant συνάντησε την ηθοποιό Elizabeth Hurley, η οποία είχε έναν δευτερεύοντα ρόλο ως πρώην ερωμένη του Βύρωνα, η Claire Clairmont. Ο Grant άρχισε να βγαίνει με τη Hurley κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων και η σχέση τους έγινε στη συνέχεια αντικείμενο μεγάλης προσοχής από τα μέσα ενημέρωσης. Χώρισαν τον Μάιο του 2000, αλλά ακόμη ο σταρ τη θεωρεί στενή φίλη και έμπιστη. Βάφτισε τον γιο της Damian, που γεννήθηκε το 2002.

Έγινε πατέρας για πρώτη φορά σε ηλικία 51 ετών, όταν η πρώην σύντροφός του Tinglan Hong γέννησε την κόρη τους Tabitha Grant στις 26 Σεπτεμβρίου 2011. Ο Grant και η Hong είχαν μια “φευγαλέα σχέση”, σύμφωνα με τον εκπρόσωπό του. Το 2012, δήλωσε ότι η Hong είχε “κακή μεταχείριση” από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης- η εισβολή του Τύπου τον εμπόδισε να παραστεί στη γέννηση της κόρης του, με τη Hong να επιτυγχάνει ασφαλιστικά μέτρα για να του επιτραπεί να τους επισκεφθεί με ησυχία.

Αν και χώρισαν, η Hong και ο Grant επανασυνδέθηκαν για λίγο και εκείνη έφερε στον κόσμο τον γιο τους, Felix τον Δεκέμβιο του 2012.

Λίγο νωρίτερα, τον Σεπτέμβριο του 2012, γεννήθηκε ο γιος του John Mungo. Μητέρα του παιδιού είναι η Σουηδή τηλεοπτική παραγωγός Anna Elisabet Eberstein και σήμερα σύζυγός του. Οι κόρες του Grant με την Eberstein γεννήθηκαν τον Δεκέμβριο του 2015 και τον Μάρτιο του 2018.

Ήταν στις 25 Μαΐου 2018 που η Anna Eberstein τον έκανε να πει το μεγαλο “ναι”. Παντρεύτηκαν σε μια τελετή στο ληξιαρχείο του Τσέλσι. Να σημειωθεί ότι το 2021 ο Hugh Grant είχε δημοσιεύσει το αποτέλεσμα αναζήτησης στο Google που ανέφερε πως ντύθηκε γαμπρός για να αποκτήσει διαβατήριο και είχε βάλει τα πράγματα στη θέση τους: «όχι Ίντερνετ! Την παντρεύτηκα γιατί την αγαπώ», είχε γράψει.

Μάλιστα, είχε εκφράσει κάποια στιγμή τη μεταμέλειά του που καθυστέρησε να παντρευτεί.

Τα παραλειπόμενα

O Hugh έχει ομολογήσει ότι δύο είναι οι πιο αγαπημένες συμπρωταγωνίστριές του: Η Renée Zellweger και η Sandra Bullock.

Αρχικά αναμενόταν να παίξει τον ρόλο του Gilderoy Lockhart στην ταινία “Ο Χάρι Πότερ και η κάμαρα με τα μυστικά” (2002), αλλά αναγκάστηκε να αποσυρθεί την τελευταία στιγμή λόγω συγκρούσεων στον προγραμματισμό και τον ρόλο πήρε ο Kenneth Branagh.

Η μητέρα του Andrew Lloyd Webber ήταν η δασκάλα πιάνου του Hugh όταν ήταν παιδί.

Έχει συνεργαστεί τέσσερις φορές με την Emma Thompson. Το 1995, ως ο άνδρας που της έκλεψε την καρδιά στην ταινία “Λογική και ευαισθησία” και ως τον αδελφό της στο “Αγάπη είναι…” (2003). Επίσης, συνεργάστηκαν στις Ερωτική έμπνευση (1991) και Τ’ απομεινάρια μιας μέρας (1993).

Θεωρεί Τ’ απομεινάρια μιας μέρας ως την καλύτερη ταινία που έχει κάνει και Το τραίνο της κόλασης (1995) τη χειρότερη.

Από το 2016, έχει εμφανιστεί σε τρεις ταινίες που ήταν υποψήφιες για Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας: Τ’ απομεινάρια μιας μέρας (1993), Τέσσερις γάμοι και μία κηδεία (1994) και Λογική και ευαισθησία (1995).

Ψηφίστηκε τέταρτος στην Orange 2001 Film Survey των σπουδαιότερων Βρετανών ηθοποιών του κινηματογράφου.

Έπαιζε σε μια ομάδα κρίκετ που λεγόταν “Captain Scott”.

Επελέγη από το περιοδικό Empire ως ένας από τους 100 πιο σέξι σταρ στην ιστορία του κινηματογράφου (#43).

Tags:

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Newsletter

#StayInStyle

Λάβετε ειδοποίηση για νέα άρθρα